- Αρδυς
- Ἄρδυς-υος ὅ Ардий (царь Лидии, сын и преемник Гигеса) Her.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Ἄρδυς — Ἄρδῡς , Ἄρδυς fem acc pl Ἄρδυς fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άρδυς — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ένας από τους πρώτους ηγεμόνες των Λυδών, γιος του Σαδυάττη, από τον οίκο των Ηρακλειδών (8ος αι. π.Χ.). 2. Γιος του βασιλιά της Λυδίας Γύγη, ιδρυτή της δυναστείας των Μερμναδών (679 630 π.Χ.). Επιχείρησε να… … Dictionary of Greek
Ἄρδυες — Ἄρδυς fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρδυν — Ἄρδυς fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρδυος — Ἄρδυς fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἄρδυι — Ἄρδυϊ , Ἄρδυς fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)